δέξαιτ'

δέξαιτ'
δέξαιτο , δέχομαι
take
aor opt mid 3rd sg
δέξαιτο , δείκνυμι
bring to light
aor opt mid 3rd sg (ionic)
δέξαιτε , δείκνυμι
bring to light
aor opt act 2nd pl (ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ομφή — (I) ὀμφή, ἡ (Α) 1. φωνή θεού 2. χρησμός που δίδεται από το εσωτερικό ιερού τόπου, μαντείου («βίον κατ ὀμφὰς τὰς Ἀπόλλωνος δότε πέρασιν», Σοφ.) 3. γλυκιά και μελωδική, αρμονική φωνή 4. φωνή, ήχος («μύθων τ αὐδαθέντων δέξαιτ ὀμφάν», Ευρ.) 4. (κατά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”